in

Ο παππούς της Ρούλας Πισπιρίγκου στραγγάλισε την γιαγιά της το 1965. Καταδικάστηκε σε ισόβια αλλά αποφυλακίστηκε

Η υπόθεση θανάτου των τριών παιδιών στην Πάτρα και η σύλληψη της Ρούλας Πισπιρίγκου συγκλονίζουν το πανελλήνιο.

Εδώ και εβδομάδες, οι εξελίξεις γύρω από την υπόθεση απασχολούν τον Τύπο, ενώ αποκαλύπτονται συμβάντα και ιστορίες από το οικογενειακό παρελθόν του ζευγαριού. Μία από αυτές αφορά τη δολοφονία της γιαγιάς της Ρούλας Πισπιρίγκου, Σωτηρίας, από τον πρώην σύζυγό της, Παναγιώτη.

Όταν ο παππούς της Ρούλας Πισπιρίγκου στραγγάλισε την γιαγιά της

Όλα ξεκίνησαν, όταν η 15χρονη Σωτηρία γνώρισε τον 18χρονο Παναγιώτη Πισπιρίγκο. Όταν η σχέση τους μαθεύτηκε, ο Πισπιρίγκος, που περιγράφεται από τον Τύπο της εποχής ως άνθρωπος χωρίς σταθερή εργασία και χρήματα, συλλαμβάνεται για αποπλάνηση ανηλίκου και οδηγείται στις φυλακές Πατρών.

Δημοσιεύματα, τότε, ανέφεραν ότι θέλοντας να αποφύγει πιθανή καταδίκη στο Κακουργιοδικείο, ο Πισπιρίγκος παντρεύεται το 1962 την ανήλικη Σωτηρία, μέσα στο Τμήμα Μεταγωγών, παρά τις αντιρρήσεις των γονιών της.

Όταν ο παππούς της Ρούλας Πισπιρίγκου στραγγάλισε τη γιαγιά της -Πριν από 57 χρόνιαFacebook Twitter

Αν και ο γάμος τους δεν χαρακτηρίζεται ως ευτυχής, το ζευγάρι αποκτά ένα παιδί, τον Ανδρέα, πατέρα της Ρούλας Πισπιρίγκου. Ο Παναγιώτης Πισπιρίγκος δεν έχει σταθερή δουλειά με αποτέλεσμα να μην μπορεί να στηρίξει οικονομικά την οικογένειά του. Παράλληλα, ζηλεύει την σύζυγό του, με τους καυγάδες ανάμεσα στο ζευγάρι να είναι καθημερινοί.

Η νεαρή Σωτηρία ζητά διαζύγιο και φεύγει για το πατρικό της. Ο Παναγιώτης αρνούμενος να δεχτεί την κατάσταση, αρχίζει να την παρακολουθεί, θεωρώντας ότι τους τρεις μήνες που βρίσκονται σε διάσταση, εκείνη έχει πολλούς εραστές.

Τρεις μήνες μετά τον χωρισμό τους βρίσκονται στο δικαστήριο, όπου εκδικάζεται η υπόθεση της επιμέλειας του παιδιού. Τελικά, την επιμέλεια κερδίζει ο Παναγιώτης Πισπιρίγκος, ο οποίος αφήνει το παιδί στην αδελφή του Γεωργία, για να το μεγαλώσει μαζί με τους γονείς του.

Η Σωτηρία νοικιάζει ένα δωμάτιο απέναντι από τα πεθερικά της, προκειμένου να είναι κοντά στο παιδί, ωστόσο, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής, οι προστριβές με την πεθερά της ήταν καθημερινές.

Να σημειωθεί ότι δεκαπέντε ημέρες πριν το φονικό, ο Παναγιώτης έλαβε ετήσια αναβολή στράτευσης επικαλούμενος «νευροψυχικές διαταραχές» ή όπως αναφέρει η επίσημη διάγνωση, «ως πάσχων μεταδιασειστικών αιτιάσεων μετά τάσεων νευρωτικής εποικοδομήσεως».

«Την έριξα κάτω και την έπιασα σφικτά από το λαιμό»

Μόλις δύο ημέρες μετά την τελευταία δικαστική αντιδικία τους, με εκατέρωθεν μηνύσεις για μοιχεία και συκοφαντική δυσφήμηση, ο Παναγιώτης ζητά από τη Σωτηρία να πάνε κάπου για να μιλήσουν, σε μια νέα προσπάθεια επανασύνδεσης. Παρότι κοντινά της πρόσωπα την συμβούλεψαν να μην τον συναντήσει, εκείνη πήγε στο ραντεβού. «Δεν βαριέστε. Θα πάω και ίσως βγει κάτι καλό», φέρεται να είπε.

Οι δυο τους συναντιούνται σε μια απομονωμένη τοποθεσία στις εγκαταστάσεις Ρέστη στο Ρίο, δίπλα στη θάλασσα και κατά τη διάρκεια της συζήτησής τους, εκείνος της ζητά να αφήσει τον εραστή της και να επιστρέψει στο σπίτι τους.

«Την παρακαλούσα θερμά κι εκείνη αρνείτο. Σε μια στιγμή και ενώ καθόμαστε κολλητά κι ακουμπούσε η αριστερή πλάτη στον ώμο της, μου ήρθε σαν τρέλα. Την έριξα κάτω και την έπιασα σφικτά από το λαιμό. Την έσφιγγα, την έσφιγγα όλο και πιο δυνατά. Σπαρταρούσε το σώμα της, προσπαθούσε να μου ξεφύγει. Μα εγώ ήμουν πιο δυνατός. Την είχα πια νικήσει. Σε λίγο το σώμα της παρέλυσε, η ανάσα της σταμάτησε, τα μάτια της γυάλισαν. Ήταν νεκρή. Τότε κατάλαβα τι είχα κάνει. Μετάνιωσα, την έσυρα μέχρι τις καλαμιές όπως κι όπως και την εγκατέλειψα μέσα στη νύχτα. Μετά έτρεχα σαν τρελός», περιγράφει στην κατάθεσή του.

Ο Παναγιώτης Πισπιρίγκος πήγε, αρχικά, στο σπίτι του γαμπρού του και στις 02:30 τα ξημερώματα παραδόθηκε στην αστυνομία, υποστηρίζοντας ότι πριν την αποτρόπαια πράξη του έχει προηγηθεί σεξουαλική επαφή με το θύμα, κάτι που δεν επιβεβαιώνεται ποτέ από την ιατροδικαστική εξέταση.

Οι αστυνομικοί έσπευσαν στο σημείο δολοφονίας της Σωτηρίας, αντικρίζοντας τη σορό της. Κατά την ιατροδικαστική έκθεση η σκηνή της δολοφονίας εξελίσσεται ως εξής: Ο Πισπιρίγκος σφίγγει με το δεξί του χέρι την καρωτίδα της Σωτηρίας, με το αριστερό τής φράζει τη μύτη και το στόμα, ενώ παράλληλα κάθεται πάνω στο στήθος της. Στην προσπάθειά της να αποφύγει τον θανάσιμο εναγκαλισμό, το μόνο που καταφέρνει η άτυχη κοπέλα είναι να προκαλέσει κάποιες αμυχές στο λαιμό τού δράστη και να σχίσει το πουκάμισό του.

«Απαθής μέχρι αναισθησίας»

Καθώς οδηγείται στον εισαγγελέα της υπόθεσης, Δημήτρη Τσεβά, ο Πισπιρίγκος, παρότι σώζεται από το λιντσάρισμα των συγγενών του θύματος και του κοινού με τη βοήθεια της αστυνομίας, φαίνεται απαθέστατος.

Στο κρατητήριο, δε, περιγράφεται ως «απαθής μέχρι αναισθησίας. Δεν έχει καμία τύψη για το κακούργημό του».

Ο δράστης δεν έδειξε μεταμέλεια ούτε κατά της διάρκειας της δίκης, ενώ η μία οικογένεια επιτίθεντο στην άλλη. Η μία πλευρά κατηγορεί τα πεθερικά της Σωτηρίας για ηθική αυτουργία στο έγκλημα, καθώς «τη μισούσαν», ενώ η άλλη προσπαθεί να υποδείξει ως υπαίτια τη συμπεριφορά του θύματος. Μάλιστα, ο πατέρας της Σωτηρίας επιτέθηκε με μαχαίρι στον πατέρα του δράστη έξω από τα δικαστήρια και συνελήφθη.

Ο Παναγιώτης Πισπιρίγκος καταδικάζεται σε ισόβια, αλλά αποφυλακίζεται 15 χρόνια αργότερα, το 1980, λόγω καλής διαγωγής.

Ο γιος του ζευγαριού, μόλις 14 μηνών κατά την εποχή του φόνου, όταν παντρεύτηκε έδωσε στο παιδί του, το όνομά Ρούλα, από τη μητέρα του, Σωτηρία.

ΠΗΓΗ

Γρίπη: Ανησυχία για νέο στέλεχος – Ποιοι απειλούνται από τον ιό RSV

Παιδί 7 ετών τράβηξε τυχαία μια φωτογραφία και η μορφή που εμφανίστηκε δεν ήταν από αυτόν τον κόσμο